Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Στιγμές των διακοπών

Σκηνή 1η:
7.00 η ώρα το απόγευμα σε παραλία της Κεφαλονιάς. Μία νέα γυναίκα φθάνει στην παραλία, ακουμπά μία ξαπλώστρα, ένα καρεκλάκι θαλάσσης και φεύγει. Επιστρέφει σπρώχνοντας ένα νέο άντρα στο αναπηρικό καρότσι. Τον σπρώχνει μέχρι την άκρη της παραλίας. Φέρνει και ακουμπά ένα μπλέ τετράγωνο πλαστικό στο οποίο με τη βοήθειά της κάθεται ο άντρας. Σε δευτερόλεπτα  γέρνει το κορμί του και κάνοντας μερικές στροφές μπαίνει στη θάλασσα. Κολυμπά, κολυμπά για ώρα μαζί της.
Η θέληση, η δύναμη ζωής σε όλο της το μεγαλείο.
Από τις σκηνές που κρυφοκυττάς και θαυμάζεις, ντρέπεσαι μην σε δούν.

Σκηνή 2η:
Ειναι 12.00 η ώρα το μεσημέρι και οι δύο γυναίκες μπαίνουν  σε ένα "υπαίθριο μαγαζί -έκθεση", ν' αγοράσουν δύο πήλινες γλάστρες. Η μία  έχει ώρα να καπνίσει, δεν έχει βρεί και τσιγάρα και ζητά ένα από τον κύριο που τις εξυπηρετεί. Καπνίζει στριφτά, προσφέρεται να της στρίψει ένα τσιγάρο αλλά εκείνη ευγενικά αρνείται.
Αγοράζουν τις γλάστρες, τον πληρώνουν κι εκείνος με τα χρήματα στέλνει τον συγγενή του όπως αποδείχθηκε να πάρει τσιγάρα και πορτοκαλάδα.
Υμνος ζωής ξεχύνεται η πορεία ζωής του. Τρείς γιοι, ο ένας χαμένος από καρκίνο, μιλά γι αυτούς και τη γυναίκα του και το στόμα του στάζει αγάπη, όνειρο, ελευθερία, ταξίδια ψυχής και μυαλού. Πνιγμένος στα χρέη, όμως είναι σαφές ότι είναι αγωνιστής, όπως και η γυναίκα του όπως και τα παιδιά του.
Μιλά για το γιό του το φωτογράφο κι αναρωτιέσαι πως αρμονικά συνταξιδεύουν στο όνειρο.
Μιλά για τη γυναίκα του την κ.Δ. πως χόρευαν, πως την αγάπησε και την αγαπά και σε ταξιδεύει μαζί του. Μιλά για το θάνατο του παιδιού και δεν σε βαρύνει.
Μιλά για το εγγόνι που περιμένει, για τα "θετά" εγγόνια που ήρθαν μαζί με ζευγάρι αλλοδαπών που μένει σπίτι του και θαρρείς πως η καρδιά του κι η ψυχή του είναι απέραντες
Είναι η τελευταία μέρα στην Κεφαλονιά έχουν 2 ώρες αλλά ειναι διατεθειμένες να του τις δώσουν.

Σκηνή 3η:
9.30 η ώρα το βράδυ στον κήπο που "παραθερίζει" στα Ν.Στύρα.
-Να σου δώσω το φιλί της καληνύχτας, πατέρα. 
Του το δίνει. Εκείνος, ακουμπά το χέρι του στο μάγουλο και το κρατά...
- Τι έγινε μπαμπά;
-Θέλω να το φυλάξω, να φυλάξω το φιλί...
Πρωτόγνωρη συμπεριφορά για εκείνον παρά τα 72 του έτη. Εκπληκτη έκλαιγε.
Αραγε τα σκοτάδια ή καλύτερα τα ταξίδια του νού σε έναν άνθρωπο που υποφέρει από άνοια τον γυρίζουν σε αυτό που ήθελε και δεν του έφτασε ούτε μία ζωή για να το καταλάβει; Τι παράξενη η ζωή. Πως ξοδεύεται μερικές φορές.